Σελίδες

Παρασκευή 5 Μαρτίου 2010

Χίμαιρες... (Αξίζει να το διαβάσετε).

Από τη Freedula

Κι εκεί που δεν το περιμένεις, κάνει αιφνίδιο φινάλε η εξαντλημένη αντοχή.

Πυρακτωμένα αλφάβητα καίνε τα σωθικά. Σημάδια ευτυχίας που από το λαιμό ξεγλίστρησαν στα μάγουλα, στα χέρια, στο βαθύ μέσα. Αντίσταση.

Και το μεγάλο ρολόι με τις άσπρες ραφές στο λουράκι, που τόσο λάτρεψα, ξεπεσμένο από το χρόνο στην γωνιά του δρόμου, που δεν θέλω να θυμάμαι.

Αδυνατεί το μυαλό να περπατήσει στην τελεία.

Μάτια αδειανά, στιγμές αιώνες, ζωντανοί στημένοι από ζωή.

Μισές ανάσες που δεν απαίτησαν να γίνουν ολόκληρες. Δρόμοι αταξίδευτοι, μετέωροι πόθοι στο εκκρεμές του εμείς, αγκυροβολημένοι πόνοι.




Πληρωμή ζητάς. Πληρώνονται οι πρόβες; Κι επειδή ματαιώθηκε η παράσταση τι; Ετεροχρονισμένες απολογίες τα ξυράφια μου.

Τι χρώμα να ’χει ο λυγμός;

Επιμένει ο νους να θρονιαστεί πάνω στα ερωτηματικά σου. Να βγάλει τα παπούτσια και να βολευτεί οικεία, για να τα ξεψαχνίσει μέχρι να ξεστρατίσει πάλι από την ουσία. Μέχρι να μην μπορεί να κλωτσήσει πια το προφανές. Μέχρι να το αποδεχτεί.

Φταις κι εσύ όμως. Που δεν μου το επέβαλλες. Αν ήθελες, θα είχες προλάβει.

Κι όταν σε ρωτούσα αν πονάει πολύ, δεν θα μου απαντούσες πως έχεις ξεχάσει πια. Ναι, φταις κι εσύ. Επιμένω.

Πως μυρίζει η παγωνιά;

Αναίτιοι θυμοί. Σκοτωμένες ευτυχίες αντί για θρυμματισμένες θλίψεις. Παλαβωμένα ταξίδια στον όλεθρο και την οδύνη. Λίμνες τα μάτια. Κι η ηδονή να καταπίνει το κενό. Δίδυμες ίδιες θαρρείς.

Πως λένε να δεις, εκείνο το σημείο λίγο πριν από το αντίο και λίγο μετά τη λύτρωση του θυμωμένου, όλο πόθο κι αγανάκτηση μαζί, φιλιού;

Εξαργύρωση χρωστούμενων θα το λένε, να δεις.

Μέσα στην απεραντοσύνη του ανεξήγητου ρωτάς «γιατί κλαις;». Κάτι θυμήθηκα απαντώ κι όλα τα θλιβερά γίνονται πλέον δεδομένα κι απολύτως κατανοητά, όταν τα συνηθίσεις. Κι όμως.

Έμεινα εδώ...

Έλα τώρα. Κατέβασε το ποτήρι σου να πιούμε στο αύριο που δεν άφησα να έρθει. Και γέλασέ μου δυνατά, μ’ εκείνο το τρανταχτό σου γέλιο, που μ’ έκανε να σου ψιθυρίζω «σσσστ».

Το πιο γλυκό μεθύσι…

Μ’ έμαθες πρόσθεση, σ’ έμαθα αφαίρεση. Επένδυση στο μέλλον. Ξεχασμένο να τρεκλίζει το παρόν. Και οι πληρωμές με μετρητά. Στο ακέραιο. Κομμάτι μου.

Κοιτάς ψηλά και μου φωνάζεις που έχω σκυμμένο το κεφάλι και δεν με βλέπεις. Από ’κει έπεσα κι εγώ. Καιρό πριν. Πολύ καιρό πριν. Στο ψιθύρισα μια νύχτα που σε χάζευα να κοιμάσαι. Ίσως γι’ αυτό δεν τ’ άκουσες.

Σκουριασμένα φταίω είναι σαν να μην ειπώθηκαν. Ξέρω.

Σε ζωγραφίζω τις νύχτες που δεν κοιμάμαι. Σε κοιτώ να με παίρνεις αγκαλιά και να σφίγγεις το μαξιλάρι στις μεγάλες μου απουσίες, που ποτέ δεν κατάλαβα. Σου καρφιτσώνω χαμόγελο, σε ταΐζω όνειρα, σε ποτίζω χάδια που λατρεύεις. Σου τραγουδάω για να βρίσκεις τον ρυθμό. Σου φιλάω τα βλέφαρα για να μην σε χάσω, όταν σε διώχνω.

Κι όταν επιτέλους σου γεννήσω ευτυχία στις άκρες των χειλιών σου, σε αποκεφαλίζω.


Κάνει τόσο πόνο εκεί έξω σήμερα;

Μοιραστείτε
http://enomenoiblogers.blogspot.com

3 σχόλια:

~reflection~ είπε...

Δανείσου το ρίγος που γλιστράει από το χέρι μου από το βάρος της απόφασης... Με κατατρεχει κι εμενα ένα λαχανιασμα μανιασμένης απελπισίας, που μαζεύει πίσω μου τα βήματα που αφήνω...

Δεν τολμώ να κάνω βήμα πίσω, λείπει το αποτύπωμα... λείπει το ίχνος... Δεν έχω επιλογή...

Νεκρή?...

Όχι!... Πιο ζωντανή από ποτέ... να σπάω τις παυσεις του χρονου πίσω από το βαρύ εκκρεμές της σκέψης.... Προσπερνάω τη γέφυρα.... φτάσαμε θαρρω στο σημείο που όλα ξεκινούν από την αρχή...εκεί που η θλίψη αυτοκτόνησε πριν συμβεί το δυσαρεστο γεγονός που θα την προκαλούσε...Λυτρωθηκαμε!...

Προτρέχουν όλα, αλλά εμείς κινούμαστε με το πάσο μας, με όλο το φορτίο από τις λέξεις που πνίγουν τη φωνή μας...... αντέχω... προχώρα... σε ακολουθώ.... λαχανιασμένη ...πάντα...

marianaonice είπε...

@Κάκια Παυλίδου
Καλώς ήλθες!
Υπέροχη και η δική σου εγγραφή!!

Ανώνυμος είπε...

@κάκια παυλίδου

αντέχω... προχώρα... σε ακολουθώ.... λαχανιασμένη ...πάντα...

κι αν προσπεράσω δικιά μου η ευθύνη ή δική σου άραγε που μ' άφησες;


@μαριανα

Ευχαριστώ δεν λέω πια. Σ' έχω στην ψυχή μου συντροφιά θα πω. Πάλι!